Η δική μου Επίδαυρος

«Ας μείνει μόνο το φεγγάρι στην ορχήστρα. Στο αρχαίο θέατρο ας αδειάσουν οικερκίδες. Ας έρθει η νύχτα με μαχαίρι Κλυταιμνήστρα, να πάρει εκδίκηση απ’ όλους τους Ατρείδες». Ισαάκ Σούσης

Η πρώτη φορά που βρέθηκα στην Επίδαυρο ήταν για την παράσταση του «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή, με την Κατίνα Παξινού στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας, το 1965. Ήμουν μόλις 5 χρόνων κι όπως ισχυρίζεται η μαμά μου, κοιμόμουν στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης. Το μόνο που θυμάμαι είναι το μέγεθος του θεάτρου, το οποίο με είχε εντυπωσιάσει. Μου είχε φανεί τεράστιο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ξαναβρέθηκα πολλές φορές στην Επίδαυρο, πάντα για το θέατρο και πάντα με τους γονείς. Το 1975 έρχομαι εκδρομή στο αρχαίο θέατρο, που εγώ γνώριζα ήδη καλά, με το σχολείο. Το χωριό της Αρχαίας Επιδαύρου είναι ένα τυπικό ελληνικό ψαροχώρι. Μια παραλία με το λιμάνι που κάποιοι κολυμπάνε, ένα δυο καφενεία και ταβέρνες, τίποτα άλλο. Δεν υπάρχουν ούτε μαγαζιά ούτε μπαρ ούτε ξενοδοχεία. Δεν ξέρω πού μένει ο κόσμος, ενδεχομένως να υπάρχουν κάποια ενοικιαζόμενα δωμάτια. Προσωπικά, από έφηβη και μετά πιο μεγάλη, φοιτήτρια, μένω σε κάμπινγκ, στο Τολό συνήθως. Η έλευση του Θεάτρου Τέχνης και οι ιδιωτικοί θίασοι βοηθούν στην άνθηση της Αρχαίας Επιδαύρου από άποψης εμπορικής δραστηριότητας. Αλλάζοντας οι παραστάσεις, αλλάζει και το κοινό. Πέρα από τους θεατές του Εθνικού, βασικά συντηρητικούς και παραδοσιακούς θεατρόφιλους, ερχόμαστε –συστηματικά πια– στην Επίδαυρο κι εμείς, η νεολαία της εποχής, ακολουθώντας τις παραγωγές των αγαπημένων μας σκηνών· του Θεάτρου Τέχνης και του Αμφιθεάτρου. Τα χρόνια περνούν και, σαράντα ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη μου άφιξη, το 2005, νοικιάζω το πρώτο μου σπίτι, για τα Σαββατοκύριακα και τα καλοκαίρια. Κυρίως για τα καλοκαίρια. Γιατί τα καλοκαίρια στην Αρχαία Επίδαυρο είναι ένα μαγικό παραμύθι. Τον Ιούνη αρχίζουν οι καλοκαιρινές εκδηλώσεις του Πολιτιστικού Συλλόγου, στου Αϊ-Λια το πανηγύρι, η γουρουνοπούλα σπάει ρουθούνια, όλα τα Σαββατοκύριακα του Ιούλη τα κιόσκια του αγροτουρισμού συγκεντρώνουν τον κόσμο στο λιμάνι να δει, να γευτεί και να αγοράσει τα προϊόντα του τόπου αλλά και να απολαύσει μουσικές και άλλες εκδηλώσεις. Και, φυσικά, καλοκαίρι στην Επίδαυρο σημαίνει πρωτίστως θέατρο. Με τα δυο της αρχαία θέατρα, η Επίδαυρος κρατά δίκαια την πρώτη θέση. Το επιβλητικό και αριστουργηματικό Μεγάλο, όπου έχουμε δει τα πάντα: από κλασικά ανεβάσματα τραγωδιών μέχρι ενδιαφέροντες πειραματισμούς. Δυστυχώς, δεν έχουν λείψει και κακές παραστάσεις, που καταργούν τον λόγο των ποιητών και αποπνέουν αισθητική «Δελφιναρίου». Τα πάντα για τους πάντες. Όμως, εμένα το αγαπημένο μου είναι το Μικρό, έτσι όπως κείται, σαν κοχυλάκι, στο Νησί. Αβάσταχτα γοητευτικό και μυστηριώδες, με το παλιό πέτρινο σπίτι πίσω απ’ την ορχήστρα του, μόνιμο σκηνικό. Κι αν είσαι τυχερός να πετύχεις παράσταση με πανσέληνο, νιώθεις ευγνωμοσύνη για την καλή σου μοίρα. Και μετά το «τάισμα» του πνεύματος, σειρά έχει κι εκείνο του σώματος. Στο «Ακρογιάλι» του Λευτέρη, στο «Περιβόλι» της Γωγώς ή σε μια από τις πολλές ταβέρνες του χωριού, με εξαιρετικές γεύσεις για όλα τα γούστα και για κάθε βαλάντιο. Αν, πάλι, προτιμάς «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι σου», η «Βυθισμένη Πολιτεία» του Γιάννη στην παραλία του Γκλιάτη και ο «Αιγιαλός» του Δημήτρη στο Γιαλάσι σε περιμένουν για να φας –κυριολεκτικά– πάνω στο κύμα, με την άμμο να σου χαϊδεύει τα ξυπόλυτα πόδια και τη θάλασσα να σε βάζει σε πειρασμό για μια νυχτερινή βουτιά. Κι εξίσου μαγικά με τα βράδια, είναι και τα πρωινά της Επιδαύρου, το λαμπρό φως του ήλιου, καθώς υψώνεται πάνω από τα περβόλια με τις πορτοκαλιές και τα λιόδεντρα. Εκεί που η χωρητικότητα των πνευμόνων σου μοιάζει απίστευτα μικρή για ν’ ανασάνει και να αποθηκεύσει τον καθαρό αέρα με όλα τα αρώματα που κουβαλάει. Έτσι, τα τελευταία επτά χρόνια, αποφάσισα να στήσω το σπίτι μου, για το υπόλοιπο της ζωής μου, σ’ αυτή την άκρη της Αργολίδας. Γέννημα-θρέμμα της Αθήνας, γκάγκαρη, χωρίς «χωριό» από γονείς, διάλεξα την Αρχαία Επίδαυρο για «χωριό» μου, για όλους τους παραπάνω λόγους: αγαπημένος προορισμός, λόγω θεάτρου, από τα πολύ νεανικά μου χρόνια, ιδανικός τόπος εκδρομής με τις τόσες ομορφιές τριγύρω, καθαρός αέρας, μυρωδιές της γης, μαγεία και ενέργεια τόπου. Μόλις μιάμιση ώρα από την Αθήνα, ιδανική απόσταση για να επισκέπτεσαι οικογένεια και φίλους και να σ’ επισκέπτονται κι αυτοί. Σε απόσταση από την πρωτεύουσα και τα δεινά της, αλλά κοντά στις ομορφιές και σ’ αυτά που έχει να προσφέρει.  Μην υποθέσετε ότι εξιδανικεύω τα πάντα, αντικρίζοντάς τα με ματιά «τουριστική». Εδώ και επτά χρόνια που είμαι μόνιμη κάτοικος Επιδαύρου, με δόξα και τιμή και εκλογικά δικαιώματα, έχω βιώσει και τα αρνητικά της, παρόμοια με αυτά της κάθε μικρής ελληνικής επαρχιακής πόλης και χωριού: την πλήξη των χειμώνων με την παντελή έλλειψη εστιών ψυχαγωγίας κάθε είδους, τη συντηρητικότητα και την εσωστρέφεια της τοπικής κοινωνίας, την απουσία δραστήριας και σφριγηλής κυψέλης νεολαίας, τις ημέρες που τα πάντα νεκρώνουν μετά τις οκτώ το απόγευμα. Αν, ας πούμε, ξεμείνεις από τσιγάρα γύρω στις εννιά με δέκα το βράδυ, έχεις δύο επιλογές: ή να οδηγήσεις 35 χιλιόμετρα μέχρι το Ναύπλιο (13 μέχρι Λυγουριό, αν σταθείς τυχερός) κι άλλα τόσα να γυρίσεις, ή να κόψεις το κάπνισμα. Όμως, από τη στιγμή που έχεις τις ασφαλιστικές σου δικλείδες για να ξεπεράσεις τους ανιαρούς χειμώνες, η Επίδαυρος –από την άνοιξη και μετά– είναι ο παράδεισος επί της γης. Και δεν θα την άλλαζα με τίποτα.

Προτάσεις

0
Shares

Σας αρέσει το site μας?

Ακολουθήστε μας στα social και δεν θα το μετανιώσετε...

0
Shares