Ρουφώ διαλογιστικά τον ελληνικό καφέ πάνω στο κύµα σε ένα από τα καφενεία και ξυπνώ µε µια βουτιά καληµερίσια στην παραλία του Αυλόµωνα. Εξορµώ βορειοανατολικά προς την παραλία Λια, χωρίς ρούχα, και στη διπλή αµµώδη παραλία Άγιος Σώστης αψηφώντας το βοριαδάκι. Έξω από τον βυθό προβάλλει το ξωκλήσι του Αγίου, προσκαλώντας µε στο πανηγυράκι αποβραδίς της παραµονής της 6ης Σεπτεµβρίου µε φάβα και καλούδια. Συνεχίζοντας βόρεια στην περίφηµη Ψιλή Άµµο, βουτιά, µαραθοκεφτέδες και τηγανιά «λουκούµι» σε ένα από τα δυο θρυλικά ταβερνάκια. Ακάθεκτη, µε δόνηση υψηλή στην ξανθή άµµο του Αγίου Ιωάννη, ακολουθώ τον περιφερειακό δρόµο. Με εµπιστοσύνη στην αθωότητα, χωρίς σκεπτικισµό βρίσκοµαι µες την όαση του οικισµού Καλίτσος ή Κένταρχος. Η δοξασία λέει ότι πάνω από τον οικισµό βρέθηκε τάφος Ρωµαίου εκατόνταρχου. Αγριελιές, λεύκες, σκιές, µια τρεχούµενη πηγή. Κατεβαίνω στον ορµίσκο των καταγάλανων νερών. Λίγο πριν το µοναστήρι, βουτιά στην έρηµη αµµουδιά Πλατύς Γιαλός, δύο χιλιόµετρα εκτός δρόµου και µια µπουκιά θαλασσινού µεζέ στο ταβερνάκι. Αριστούργηµα σιωπής µε τη Γυάρο στη µέση του πελάγους… Στον κεντρικό δρόµο επιβλητικά ξεπροβάλλει το λιτό καστροµονάστηρο των Ταξιαρχών (1572) µε τις ιστορικές πολεµίστρες για τον εκδιωγµό των πειρατών. Μέχρι πέρυσι και για 60 έτη, το χαµόγελο του πάτερ-Μακάριου άνοιγε την πορτούλα φιλόξενα. Ανακαίνισε τη µονή µε σθένος, τον λαχανόκηπο, το λαογραφικό µουσείο, το αµπάρι. Μυσταγωγική η λιτανεία του Επιταφίου. Καλόγεροι παλαιότερα είχανε καΐκι και παραγωγή οίνου. Ποιος νοικοκύρης µένει χωρίς το βαρελάκι του στη Σέριφο; Θεσπέσιο το επισκέψιµο Οινοποιείο του Χρήστου Χρυσολωρά στην πλαγιά του Προφήτη Ηλία, όπου δοκιµάζω κρασιά τοπικών ποικιλιών.
Χορός όσο αντέχουµε στα πανηγύρια του νησιού... Ανεµίζουν τα φουστανάκια και οι πουκαµίσες, καθώς αντρόγυνα ζαλίζονται στις στροφές των συρτών µέχρι που ο ήλιος έρχεται, µαζί κι οι µυρωδιές από το ζυγούρι − σούπα µε αυγολέµονο που οι ντόπιοι λεν ότι «στρώνει» το στοµάχι. Ανάµεσα στον Καλίτσο και το Μοναστήρι, κατεβαίνω τον βατό χωµατόδροµο προς τους Σκοπούς. Προσευχή στο µεγαλύτερο εξωκλήσι του νησιού, τη φρουρό-Παναγιά Σκοπιανή που αγναντεύει τον Πλατύ Γιαλό, την Κύθνο και τη Σύρο. ∆ηµοφιλής για γάµους, βαφτίσια και για το γενναιόδωρο πανηγύρι της. Άφθονα τα όργανα αποβραδίς την παραµονή του ∆εκαπενταύγουστου µαζί και το κοκκινιστό, η φάβα, το κοφτό µακαρονάκι, οι τηγανιτές στα ξύλα πατάτες, το κρασί και φυσικά οι τσιγαρίδες. Παραδοσιακό πιάτο του νησιού, πρόκειται για χοντροκοµµένα σε κύβους κοµµάτια χοιρινού − µισό κρέας µισό λίπος − που βράζει στο καζάνι µες το δικό του νερό και τηγανίζεται έπειτα στο λίπος του. Στο τέλος προσθέτουν κύµινο, ελάχιστη κανέλλα, ρίγανη κι αλατοπίπερο.
Αξέχαστα και τα δύο πανηγύρια την παραµονή του Αγίου Πνεύµατος: στην Αγία Τριάδα − το δεύτερο µεγαλύτερο ξωκλήσι µετά τη Σκοπιανή – χτισµένο σε αµφιθεατρική θέση πάνω σε λόφο του Μεγάλου Λιβαδιού, µε ζυγούρι και πατάτες στα ξύλα και τσιγαρίδες. Το ίδιο βράδυ, στον βορινό πανέµορφο, µικροσκοπικό οικισµό Λιόµαντρα, πραγµατοποιείται πλούσιο πανηγύρι στην εκκλησιά της Παναγιάς (1711) µε το ηλιοβασίλεµα να σε κουρσεύει. Ο χωµατόδροµος των 8 χλµ, ξεκινά από σηµείο του ασφαλτοστρωµένου δρόµου που συνδέει τη Χώρα µε το Μεγάλο Λιβάδι, ακολουθώντας την πεσµένη ταµπέλα που λέει «ΛΙΟΜΑΝΤΡΑ» µέχρι το τέλος του δρόµου. Στον ίδιο χωµατόδροµο, µα πριν το τέλος του, δεσπόζει το εκκλησάκι της Αγιά-Θέκλας στην κορυφή του λόφου, µε ένα υπέροχο πανήγυρι στις 23 Σεπτεµβρίου, όργανα και κτήτορα τον Παντελή Θαλασσινό να σερβίρει τραγουδώντας!
Παλιά εκκλησιά και ένα πελώριο δέντρο στη γλυκιά πλατεία. Η µατιά αλωνίζει στο µυστικό µπακάλικο-ταβερνείο του Βήτου... Ψάθινες σκούπες, κουβαρίστρες, αναπνευστήρες, φακοί κι όλα τα αναγκαία ενός νοικοκυριού, µα και πεντανόστιµα κεφτεδάκια, τσιγαρίδες, οµελέτες, σαλάτες, τυριά και κρασί της οικογενείας. Στην περίπτωση που τηλεφωνήσετε νωρίτερα (22810 51030), στρώνεται το τραπέζι προς τιµή σας από τους παππούδες, ενώ η κόρη διατηρεί παραλιακό µαγειρείο αφθονίας, λίγο παρακάτω, στη Σικαµιά.
Χαράζει. Ένας µελαχρινός άντρας απαγγέλει ποίηση στο κορίτσι του, στην κυκλαδίτικη βεραντούλα τους αποσβολωµένοι από τον έρωτά τους. Τα πρόσωπα λάµπουν στο µελίχλωρο φως της χαραυγής. Το µοναχικό τριζόνι, ο κούκος, δυο αηδόνια στη λαγκαδιά, κι η θέα από τα λιγοστά σπίτια µε τους φοίνικες προς το γαλήνιο ακρογιάλι, όπου οδηγεί το µονοπάτι της πλαγιάς, δηµιουργούν ένα σµίξιµο στις καρδιές των ανθρώπων. Έσµιξαν κι οι γροθιές των απεργών µεταλλωρύχων την Κυριακή 21 Αυγούστου του 1916, όταν η χωροφυλακή παίρνοντας το µέρος του δυνάστη, ιδιοκτήτη των µεταλλουργείων Γρόµαν, έστρεψε τα όπλα της ενάντια στους άοπλους απεργούς µεταλλωρύχους, που µε τις οικογένειες τους είχαν συγκεντρωθεί στη σκάλα φόρτωσης, παρεµποδίζοντας ένα πλοίο να φορτώσει. Οι µεταλλωρύχοι κατέλαβαν το λιµάνι και δεν επέτρεπαν στα πλοία επί 20 ηµέρες να φορτώσουν µετάλλευµα διεκδικώντας το οκτάωρο, υποδοµές για την αποφυγή εργατικών ατυχηµάτων, αύξηση αποδοχών. Τέσσερις εργάτες δολοφονήθηκαν και δυο αξιωµατικοί. Το µνηµείο στο Μεγάλο Λιβάδι ανεγέρθηκε στη µνήµη τους και στα αγνώστου αριθµού θύµατα που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα έγκατα της γης. Στοές, γαλαρίες, εγκαταλελειµµένες µεταλλευτικές εγκαταστάσεις που λειτουργούσαν µέχρι τα τέλη του '60, σκάλες φόρτωσης και κλίβανοι, διασκορπισµένα βαγονέτα, τροχαλίες και ράγες φυτεµένες µέσα στα θυµαρόπνιχτα βουνά, αλυσίδες, καλέµια, σκουριασµένα καρότσια και φορτηγά, ένα ρηµαγµένο αρχοντικό, το τότε διοικητήριο, δηµιουργούν το γοητευτικό υπαίθριο µουσείο στα κοκκινωπά χρώµατα της οξείδωσης, που σε άλλο ευρωπαϊκό τόπο ίσως να εξέδιδα εισιτήριο για να το περπατήσω, αξιοποιηµένο φυσικά.
Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας των µεταλλείων, το Μέγα Λιβάδι ήτανε το κέντρο του νησιού µε 5000 περίπου κατοίκους. Φούρνοι, κελιά εργατών και σπίτια. Από εδώ ξεκινούσαν τα µεταφορικά καράβια φορτωµένα µε σιδηροµεταλλεύµατα. Στο Μεγάλο Λιβάδι υπάρχουν σπαράγµατα αρχαίων και για κάποιους, εδώ ενδεχοµένως τοποθετείται η Αρχαία Σέριφος. Εδώ, εκτυλίσσεται το ερωτικό µυθιστόρηµα κι ένας µαθηµατικός γρίφος στα «Τέσσερα χρώµατα του καλοκαιριού» του Τεύκρου Μιχαηλίδη, µεταφέρνοντάς µας στη δίνη των πρώτων εργατικών κινητοποιήσεων... Ο αγέρας µυρίζει θάλασσα κι ιδρώτα. Στον «Κύκλωπα» και στη «Μαρδίτσα», τα πιο περιβόητα ταβερνάκια στο νησί µε τραπέζια πάνω στα βότσαλα στο χάδι των αρµυρικιών, γευτήκαµε ρεβίθια, φρέσκο ψαράκι, µαραθοκεφτέδες και λαχταριστά µαγειρευτά, κατά παραγγελία κόκορα µε µακαρόνια, το κλασικό κυκλαδίτικο φαγητό. Όταν φεύγει ο κόσµος, το σούρουπο παρέα µε τους ντόπιους στη θέα της οξειδωµένης σκάλας φόρτωσης φαντάζει σαν Οργουελικό σκηνικό... Πριν σουρουπώσει ζητώ από έναν φίλο να µε «πετάξει» ως το ελικοδρόµιο. Κατηφορίζω το καλντερίµι που διάβαιναν κάθε χάραµα οι µεταλλωρύχοι µε τις αναµµένες λάµπες από τη Χώρα, ώστε να επιστρέψουν, να ολοκληρώσουν όποια αγροτική εργασία αδυνατούσε η γυναίκα και τα παιδιά και να κοιµηθούν ελάχιστα…
Με φωτογραφικές στάσεις... εµπνευστικές προς την πίσω πλευρά της Χώρας, του Αιγαίου και του κόλπου του Λιβαδιού, κάνω 40 λεπτά στο µονοπάτι προς τη Χώρα. Ο κύκλος «κλείνει» ακολουθώντας τον νότιο περιφερειακό στον Όρµο του Κουταλά µε τρεις ρόδινες του δειλινού αµµουδιές: τον Κουταλά, το Γάνεµα και τη Βάγια κι ύστερα όλο το αρχιπέλαγος του νότου... Εδώ, υπάρχει σπήλαιο µε σταλαγµίτες και σταλαχτίτες, κλειστό για το κοινό, όπου βρέθηκαν νοµίσµατα µε το σύµβολο του νησιού, τον βάτραχο.
Λίγο πριν στρίψω προς τον τελικό προορισµό, το Λιβάδι, κατεβαίνω δεξιά στο κατάξανθο ακρογιάλι Καλό Αµπέλι. Προσκύνηµα µε τα πόδια ως το εκκλησάκι του Σωτήρα. Από βραδύς της 5ης Αυγούστου χορεύουµε στο πανηγύρι ασταµάτητα για... τη σωτηρία µας, εναρµονισµένοι µε τον παλµό της ζωής που παίζουν οι βιολιτζήδες και οι λαουτιέρηδες του τόπου µέχρι την ανατολή. Παρέα µε τους κτήτορες και τον κόσµο που απολαµβάνει φαγητό και το πρωί τη λειτουργία. Η ευχή µου να γιορτάσω πανηγύρι χωρίς ηχεία, πραγµατοποιείται! Επιστρέφοντας προς Λιβάδι, η Σίφνος κι η Μήλος µοιάζει να συνοµιλούν…
Άγρια, µε στενά σοκάκια η Χώρα είναι µια ακόµη καλλονή του Αιγαίου. Ανεβαίνω µε το λεωφορείο, κατεβαίνω τα λιθόχτιστα πλατύσκαλα ως το Λιβάδι για να χαρώ τη θέα − Σίφνο και Μήλο − ανάµεσα στα αγριολούλουδα, τους µπαξέδες και τα ασβεστωµένα σπιτικά. ∆υο λεωφορεία τα καλοκαίρια πηγαινοέρχονται. Ακολουθώ το ένστικτό µου ανεβαίνοντας στο φιδίσιο σοκάκι προς το Κάστρο. Απόκοσµη θέα από τις αυλές εκκλησιών µέχρι την ψηλότερη του Αγίου Κωνσταντίνου. Η µατιά µετά την ερωτική καµπυλότητα του τρούλου, αφήνεται στη θέα του λιµανιού µε τα στολισµένα µε λαµπιόνια καράβια που φεύγουν στα ανοιχτά... Κι η νύχτα φεύγει στα καταστήµατα, τα καφέ και τα µαγειρεία που είναι µαζεµένα στην πλατεία του νεοκλασικού κτιρίου του δηµαρχείου ή πλατεία του Άη-Θανάση.
Ευχαριστώ τον γιατρό Αρκάδιο Ρουσάκη για τη συµβολή του στο άρθρο και το ξενοδοχείο Μαϊστράλι στο Λιβάδι για τη φιλοξενία. Χτισµένο σε µια ειδυλλιακή τοποθεσία, 20µ. από την όµορφη παραλία του Αυλόµωνα, αποτελείται από πλήρως εξοπλισµένα δωµάτια και διαµερίσµατα µε θέα το Αιγαίο από τη µια και τα άσπρα σπιτάκια της Χώρας από την άλλη. Τηλ.: 6945 395790, www.hotelmaistrali.com.
Αξίζει να παρακολουθήσετε το βίντεο-χρονικό της αιµατηρής εξέγερσης των µεταλλωρύχων της Σερίφου κατά του Γερµανού ιδιοκτήτη στη ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ.