Θεοδώριανα

Το χωριό των τριακοσίων πηγών

Κάθε άνοιξη, μαζί με τη φύση ζωντανεύει κι η ψυχή μας, αναζητώντας την περιπέτεια και την πεζοπορία. Η φύση σε προσκαλεί να την περπατήσεις, να τη μυρίσεις, να την αγγίξεις! Τα Θεοδώριανα στα Αθαμανικά Όρη ήταν σίγουρα ο προορισμός που αναζητούσαμε. Χτισμένα σε υψόμετρο 960 μέτρων, σε μια κατάφυτη πλαγιά των ανατολικών Τζουμέρκων, αποτελούν έναν επίγειο κι απομακρυσμένο παράδεισο, με άφθονα τρεχούμενα νερά!

Η διαδρομή μας ξεκάνει από την Άρτα. Περνάμε το ιστορικό Πέτα και ανηφορίζουμε προς Μελάτες. Πρώτη μας συνάντηση, η λίμνη Πουρναρίου που με τη γαλανή της επιφάνεια «σπάει» τη μονοτονία του καταπράσινου τοπίου. Σειρά παίρνουν τα ελατοδάση, μέχρι που μέσα στο ανέγγιχτο αυτό τοπίο, αρχίζουν να ξεπροβάλλουν επιβλητικά γυμνές κορφές. Έχουμε φτάσει στο Βουργαρέλι, με την απίστευτη θέα από τα 750 μέτρα και την κορυφή του όρους Τσούμα (στα 2.088 μ.) να στέκεται αγέρωχη πάνω από το χωριό.

Αμέσως μετά, ο δρόμος για λίγο μοιάζει να «χαλαρώνει» από τις συνεχείς στροφές, με τα έλατα να δίνουν τη θέση τους στα πλατάνια και να εναλλάσσονται μεταξύ τους έως το χωριό Αθαμάνιο. Μια στάση να ξεδιψάσουμε στη βρύση που βρίσκεται επάνω στον δρόμο και να απολαύσουμε την εντυπωσιακή θέα που προσφέρει το χωριό από τα 1.042 μέτρα. Περίπου στα μέσα του, μία πινακίδα μας οδηγεί αριστερά, προς μια απότομη φιδωτή ανηφοριά. Είναι και ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στα Θεοδώριανα, αφού πρώτα σε περάσει από τον αυχένα του Σταυρού, το ψηλότερο σημείο τους στα 1400μ. υψόμετρο. Η στάση εδώ απαραίτητη, μιας και η θέα είναι καθηλωτική. Τα κορφοβούνια της Νότιας Πίνδου και των Αγράφων ποζάρουν μεγαλόπρεπα σ’ ένα μαγευτικό υπερθέαμα. Κοιτώντας νότια, το βλέμμα χαμηλώνει μαζί με τους χαώδεις γκρεμούς και η πανοραμική θέαση των βουνοκορφών δίνει τη θέση της στον κάμπο της Άρτας. Η ονομασία «Σταυρός» προέρχεται από τον ξύλινο σταυρό που έστησε ο Κοσμάς ο Αιτωλός, το 1777, όταν επισκέφτηκε τα Θεοδώριανα, όπου και ίδρυσε το πρώτο σχολείο του χωριού. Στο σημείο αυτό δόθηκε επίσης μάχη μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Στο στενό πέραμα του Σταυρού, οι Έλληνες οπλαρχηγοί, με αρχηγό τον Γώγο Μπακόλα και 500 αποφασισμένους επαναστάτες, σταμάτησαν την τουρκική προέλαση, αναγκάζοντας τον Ισμαήλ Πασά να επιστρέψει με βαριές απώλειες πίσω στα Γιάννενα.

Σε τέσσερα περίπου χιλιόμετρα και μετά από ένα σύγχρονο ασφαλτόδρομο, αντικρίσαμε τα Θεοδωριανα στην πλάγια του όρους Κριάκουρας, προστατευμένα μέσα στην αγκαλιά των βουνών. Εντυπωσιακό, ανόθευτο τοπίο που γοητεύει με τις αντιθέσεις του. Ποτάμια κι άγρια φαράγγια, πηγές, ρυάκια, βρύσες και καταρράκτες δίνουν ζωή σε αυτόν τον μοναχικό τόπο.

Πετρόχτιστα σπιτάκια και αρχοντικά κι από πάνω τους η επιβλητική κορμοστασιά των Τζουμέρκων με το πολυτραγουδισμένο οροπέδιο Κωστηλάτα. Εδώ και οι ομώνυμες πήγες όπου, σύμφωνα με τους ντόπιους, ξεκαλοκαιριάζουν 17 χιλιάδες πρόβατα! Τα βοσκοτόπια αυτά αποτελούν και την κύρια ασχολία των κάτοικων, ενώ το νερό των πηγών της Κωστηλάτας εμφιαλώνεται από το ομώνυμο εργοστάσιο, που προσφέρει ζωή και εργασία στους κατοίκους των γύρω περιοχών.

Η πλούσια ιστορία των Θεοδώριανων ξεκινά από την αρχαιότητα. Με το σημερινό τους όνομα, αναφέρονται για πρώτη φορά το 1695 σ’ έναν φορολογικό κατάλογο των βενετσιάνικων αρχών. Αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή και κάποια ανεπίσημα ιστορικά στοιχεία, δικαιολογούν την άποψη ότι αποτελούν ιστορική συνέχεια της αρχαίας πόλης «Θεοδωρία» στη χώρα των Αθαμάνων, με τους κατοίκους της να αποτελούν την πρώτη ιστορικά εξακριβωμένη φυλή που έζησε στην περιοχή. Κι ενώ η οθωμανική κατοχή ξεκινά για την Ήπειρο το 1431, τα Θεοδώριανα μαζί με τα υπόλοιπα χωριά των Τζουμέρκων αντιστέκονται, πετυχαίνοντας ημιανεξαρτησία και αυτοδιοίκηση, δικαιώματα που περιορίζονται από τον κατακτητή μετά το 1652. Παρ’ όλ’ αυτά τα Θεοδώριανα, μαζί με κάποια ακόμη χωριά της περιοχής, διατηρούν ορισμένα από τα προνόμιά τους μέχρι την περίοδο της σατραπείας του Αλή πασά, το 1788. Στην πραγματικότητα, το χωριό καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν γνώρισε τούρκικο ζυγό, με τις στάνες των κτηνοτρόφων να χρησιμεύουν ως καταφύγιο για τους κυνηγημένους και τους κλεφταρματωλούς των γύρω περιοχών.

Φτάνοντας στη πλατεία, αντικρύζουμε στο κέντρο της την εντυπωσιακή εκκλησιά του Αϊ Γιώργη – προστάτη του χωριού – που κτίστηκε το 1360 και διαθέτει στο εσωτερικό του αξιόλογες τοιχογραφίες του 1714. Τρεχούμενα νερά ρέουν παντού μέσα από τα καλντερίμια. «Νερομάνα» αποκαλούν τα Θεοδώριανα, διόλου άδικα, αφού διαθέτουν 300 πηγές που ρέουν αδιάκοπα τροφοδοτώντας το χωριό με γάργαρο πόσιμο νεράκι! Κι είναι με διαφορά ένα από τα πιο εύγεστα και καθάρια νερά που θα γευτείς ποτέ στη ζωή σου…

Κάτω από τον αιωνόβιο πλάτανο που στέκει αγέρωχος στην πλατεία, νιώσαμε στο πετσί μας την ερημιά. Δεκαπέντε άνθρωποι όλοι και όλοι, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, αποτελούν τους μόνιμους κατοίκους του χωριού που παίρνει ζωή μόνο τα καλοκαίρια. Ο χρόνος εδώ, φαίνεται πως έχει σταματήσει, σε μια από τις ελάχιστες εναπομείναντες περιοχές, που δεν έχουν ακόμα υποκύψει στην τεχνολογία και την υπερανάπτυξη. Γι’ αυτό και τα πάντα παραμένουν τόσο μαγικά…

Βόρεια του χωριού επισκεπτόμαστε το ιστορικό Μοναστήρι της Παναγίας που χτίστηκε από τον ηγούμενο Άνθιμο Αργυρόπουλο, κατά το 1793. Ο ίδιος μόνασε εκεί για πολλά χρόνια, ενώ την εποχή της Τουρκοκρατίας η μονή λειτούργησε και σαν αλληλοδιδακτικό σχολείο. Αργότερα, στα χρόνια της Κατοχής, μετατράπηκε σε κρησφύγετο πατριωτών αλλά και σε πρόχειρο χειρουργείο και νοσοκομείο. Ένα παλιός νερόμυλος, λίγο παρακάτω, στέκει εγκαταλελειμμένος με εμφανή τα σημάδια της φθοράς. Άριστα διατηρημένο παραμένει αντίθετα το μονότοξο γεφύρι της Γκούρας, που συναντήσαμε έξω από το χωριό και χτίστηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα στα πρότυπα της ηπειρώτικης αρχιτεκτονικής.

 

Δεκαπέντε άνθρωποι όλοι και όλοι, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, αποτελούν τους μόνιμους κατοίκους του χωριού που παίρνει ζωή μόνο τα καλοκαίρια.

Το καταφύγιο του Σταυρού είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.332 μέτρων, με καταπληκτική θέα αμφιθεατρική στα Αθαμανικά όρη που το περικυκλώνουν.

Καταρράκτες Σούδας και ρέμα Μαρκς

Είναι απίστευτο πόσα πολλά είδαμε και μάθαμε σε τούτο το μικρό κι απόμακρο χωριό στις πλαγιές των Τζουμέρκων, που αποτελεί και την αφετηρία για δυο σπάνια αξιοθέατα της περιοχής, τους διπλούς καταρράκτες της Σούδας και το ρέμα Μαρκς. Λίγα λεπτά οδήγησης μέσα από το χωριό και μόλις προσεγγίσαμε τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο, αφήσαμε το αυτοκίνητο και πήραμε το μονοπάτι για τους καταρράκτες. Κάπου στα 20 λεπτά μας είπαν πως διαρκεί το περπάτημα και πραγματικά αναρωτήθηκα πώς γίνεται τόσο κοντά στον δρόμο να φωλιάζουν καταρράκτες ύψους 25 μέτρων!

Το μονοπάτι πολύ περιποιημένο, με διάσπαρτες ξύλινες γέφυρες, τις οποίες περνάς και ευθύς αμέσως βρίσκεσαι μέσα σε ένα πυκνό δάσος από έλατα, πάνω από τη ρεματιά της Άσπρης Γκούρας. Απολαμβάνοντας την ομορφιά του δάσους και ακούγοντας τον αχό των νερών που κυλάνε παντού γύρω μας, καθώς πλησιάζουμε ακούμε ολοένα και πιο έντονα το δυνατό βουητό τους, ώσπου σύντομα και μέσα από τα έλατα ξεπρόβαλουν περίτρανοι οι καταρράκτες! Ένιωσα δέος με το τοπίο που αντίκρισα μπροστά μου, πραγματικά ένα ονειρικό σκηνικό με τα παγωμένα νερά του ποταμού Γκούρα να «σκάνε» στην κυριολεξία από ύψος 25 μέτρων, αφού προηγουμένως έχουν χωριστεί στα δυο, δημιουργώντας ένα υπερθέαμα που μας άφησε έκθαμβους. 

Επιστρέφοντας, θα κατευθυνθούμε πίσω προς την αφετηρία του μονοπατιού για το Ρέμα του Μαρκς που βρίσκεται στα τρία περίπου χιλιόμετρα έξω από το χωριό. Εδώ υπάρχει χώρος στάθμευσης για το αυτοκίνητο, αλλά και σχετική πινακίδα που μας δείχνει την κατεύθυνση και τον χρόνο της πεζοπορίας, διάρκειας 45 λεπτών. Κατηφορίζοντας, μπαίνουμε ξανά στην καρδιά ενός πυκνού ελατοδάσους και σύντομα καταλήγουμε σε ένα μικρό ξέφωτο. Ακολουθώντας τα σημάδια, περνάμε μια “πεζούλα” που – αν και έχει ασφαλιστεί με συρματόσχοινο – χρειάζεται λίγη προσοχή για να τη διαβείς. Το τέλος της μας οδηγεί στο ρέμα. Η ορμή του νερού σχηματίζει πολλαπλούς και συνεχόμενους, μικρούς καταρράκτες που καταλήγουν σε μια μεγάλη «πισίνα». Κι όμως τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα. Φτάνοντας στον δεύτερο και ακόμα πιο εντυπωσιακό καταρράκτη, καθίσαμε να ξεκουραστούμε γύρω από τη λίμνη που σχημάτιζε με τα πράσινα νερά του και να νιώσουμε αυτόν το παραμυθένιο θέαμα παραδομένοι στη μαγεία της φύσης. Τα σύννεφα, όμως, ολοένα και πυκνώνουν και οι πρώτες σταγόνες βροχής μας προειδοποιούν ότι έχει έρθει η ώρα να αφήσουμε πίσω μας αυτόν τον καλά κρυμμένο παράδεισο και να κατευθυνθούμε στο καταφύγιο του Σταυρού όπου και θα διανυκτερεύσουμε. Δύσκολη η ώρα του αποχωρισμού από αυτό το πανέμορφο τοπίο, ενόσω η βροχή δυναμώνει… Ευτυχώς που είχαμε προνοήσει να έχουμε μαζί μας αδιάβροχα, καθώς σε αυτά τα μέρη ο καιρός αλλάζει από λεπτό σε λεπτό.

 

Ορεινό Καταφύγιο Σταυρού

Ανεβαίνοντας προς τον αυχένα του Σταυρού, μια πινακίδα: «Ορεινό καταφύγιο Σταυρού» μας οδηγεί σε έναν αρκετά καλό χωματόδρομο και σύντομα, σε ένα πλάτωμα, αντικρίσαμε το μικρό ξύλινο καταφύγιο. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.332 μέτρων, με θέα αμφιθεατρική στα Αθαμανικά όρη που το περικυκλώνουν. Αφήσαμε το αυτοκίνητο, πήραμε μαζί μας τους υπνόσακους και ανηφορίσαμε προς την είσοδο ενώ η βροχή έχει πια δυναμώσει πολύ. Στον προθάλαμο μας περίμενε χαμογελαστός ο ιδιοκτήτης, Σάκης Κασελούρης. Μας καλωσόρισε, οδηγώντας μας γρήγορα στον κύριο χώρο του καταφυγίου να ζεσταθούμε κοντά στο τζάκι. Μας πρότεινε να κάνουμε ένα ζεστό μπάνιο και μας ετοίμασε ψητά της ώρας που ψήθηκαν στη φωτιά του. «Εδώ θα φάτε ό,τι τρώμε και εμείς, ντόπια προϊόντα» μας είπε χαμογελώντας, γεμίζοντας τα ποτήρια μας με κόκκινο κρασί. Μας μίλησε για το καταφύγιο και την προσωπική δουλειά χρειάστηκε για να το φτιάξει «για λίγους και καλούς». Πράγματι, η ποιότητα της δουλειάς και το μεράκι του είναι εμφανή παντού, τα πάντα βρίσκονται σε απόλυτη αρμονία με την καταπληκτική αυτή ορεινή αυτή φύση και παρότι μικρό, το καταφύγιο διαθέτει άνετους χώρους, ζεστό νερό ενώ παραμένει ανοιχτό χειμώνα-καλοκαίρι.

Ο Σάκης μας μίλησε για τα πεζοπορικά μονοπάτια που με δική του πρωτοβουλία και προσωπική εργασία διανοίχθηκαν στο βουνό, αλλά και την προσπάθειά του να συντηρηθούν προκειμένου να παραμείνουν ανοιχτά για πεζοπόρους κι ορειβάτες. «Κάθε βοήθεια για μας είναι ευλογία» θα μας πει, τονίζοντας πόσο απαραίτητη είναι η στήριξη της πολιτείας και των τοπικών αρχών στην όλη προσπάθεια. Μαθαίνουμε, επίσης, πως στα Τζουμέρκα μπορείς να κάνεις κάθε δραστηριότατα και σπορ του βουνού, όπως αναρρίχηση, rafting στον Άραχθο, canyoning στους καταρράκτες αλλά και ορειβατικό σκι.

Το επόμενη το πρωί απολαύσαμε ένα ξημέρωμα διαφορετικό από τα άλλα, με τον ήλιο να παίζει με τα ποικίλα του χρώματα ανάμεσα από τις κορφές Κριάκουρας (2182μ.), Τούρλα (1858μ.), Κομμένο (2231μ.), Αγκάθι (2378μ.) και Καταφίδι (2393μ.) Ένα μοναδικό υπερθέαμα κορυφών να ορθώνονται περήφανες στα ροζ, τα βιολετί, τα μαβιά και τα γαλάζια του ουρανού. Έτοιμοι για αποχώρηση! Με τις ματιές μας καρφωμένες ολόγυρα, ρουφάμε, θαρρείς, όλη αυτήν την ομορφιά, σαν να μη θέλουμε να χαθεί τίποτα από τη μαγεία αυτής της μοναδικής φύσης αλλά και των ανθρώπων της. Άνθρωποι απλοί, χαμογελαστοί και φιλόξενοι με μεγάλη αγάπη για τον τόπο τους. Έναν τόπο που έχει καταφέρει να διατηρήσει αναλλοίωτο τον χαρακτήρα του, παραμένοντας ανόθευτος και αμόλυντος από την άκρατη τουριστική ανάπτυξη. Γι΄ αυτό και τόσο συναρπαστικός.

 

Προτάσεις

info's

Ευχαριστούμε τον κ. Σάκη Κασελούρη για τη φιλοξενία μας στο Ορεινό Καταφύγιο Σταυρού. Το καταφύγιο είναι πάντα ανοιχτό και εκτός από διαμονή, προσφέρει φαγητό, καφέ και ποτό σε ένα απαράμιλλο φυσικό περιβάλλον (τηλ.: 6979 208225, www.facebook.com/katafigio.theodoriana).
 
 

Θα το βρείτε στο

τεύχος 140

0
Shares

Σας αρέσει το site μας?

Ακολουθήστε μας στα social και δεν θα το μετανιώσετε...

0
Shares