Πώς θα ‘ταν η πόλη χωρίς τις ζωγραφιές της;

αντι Επάθλου 128

Πώς θα ‘ταν η πόλη χωρίς τις
ζωγραφιές της; Κοιτάτε ποτέ τους τοίχους της; Μπορεί να μας
ελευθερώνει το ίδιο που μας περι-ορίζει; Πώς πεθαίνουν οι ποιητές και πόσο
ελεύθεροι είμαστε τελικά …μέσα;
Υπάρχουν μισάνθρωποι και σε ποια
παγίδα πέφτουν; Πώς προσευχόμαστε και πού συναντάμε τον θεό; Γιατί είναι
λυπημένος ο Κολοκοτρώνης;

Πού είναι εκείνο το σπίτι στη θάλασσα και πώς θα μεγαλώσουν τούτα τα
παιδιά; Πώς ήταν η ζωή χωρίς τη μάσκα; Πώς ήταν με την αγκαλιά; Πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς τα social media; Χωρίς το κινητό; Μας ελέγχουν ή τους ελέγχουμε; Άσπρο ή μαύρο; Είναι το φως και το πανί, ή σκιές που διαστρεβλώνουν την αλήθεια; Και θα ‘ρθει, τελικά, ο καιρός που οι
επαναστάσεις θα αγαπούν να υπάρχουν;

Γιατί είναι μοναχικοί οι ποιητές; Μπορείς να μπεις στον ίδιο ποταμό δύο φορές και πού τελειώνει το ταξίδι; Γίνεται να
υπερνικήσεις τη φθορά; Κι αν κάπου στην
έρημο κρύβεται ένα πηγάδι, εσείς πού το εντοπίζετε; Θα περάσει κι αυτό;
Και τι θα αφήσει πίσω του;

Δεν έχω τις απαντήσεις και τα ερεθίσματα ολοένα και λιγοστεύουν. Αναζητήστε τις… εντός. Σ’ αυτούς που αντιλαμβάνονται τα πράγματα διαφορετικά. Στους
ποιητές, στους βοσκούς, στο παρελθόν και στ’ άστρα…

«Γι’ αυτό είχε φτιαχτεί για να πετάξει, μα εσύ δεν τ’ άφησες ποτέ.
Έμεινες πάντα παιδί», έγραφε η Αλεξία στο κορίτσι με το μπαλόνι. Γι’ αυτό κι εγώ θα πάω πίσω, μακριά, στην παιδική μου ζωγραφιά, την πολύχρωμη πόλη μου, που ‘χε και μπαλόνια, και ποδήλατα, και καλλιτέχνες και ταξιδιώτες κι απλούς περαστικούς. Είχε μαγαζιά, πολύχρωμα χαλιά, ρούχα και φαγητά. Ανθρώπους χαρούμενους, ανέμελους, ερωτευμένους. Ανθρώπους με ψυχή και πολλά ακόμα παιδιά.
– Και τι θα σου ‘λεγε εκείνο το παιδί;
– Θέλεις να αλλάξουμε τον κόσμο; Θα γίνουμε καλύτεροι απ’ αυτούς. Θα τους πείσουμε πως σαν τον έρωτα δεν έχει και πως το καλό πάντα νικά.
– Και τι θα του ‘λεγες εσύ;
– Η ζωή είναι πολύ πιο μικρή απ’ όσο φαντάζεσαι. Όλα έχουν ένα τέλος κι αυτό δεν είναι όσο τρομακτικό μπορεί ν’ ακούγεται. Στην ουσία τίποτα δεν τελειώνει, τα πάντα απλώς μεταβάλλονται κι αν σταματήσουν, θα χαθούν. Χαμογέλα, ερωτεύσου, πολέμησε. Ζήσε, άδραξε, προχώρα. Πίστευε στα θαύματα, αγάπα και μοιράσου. Να φροντίζεις το σώμα σου και πάντα να το ακούς. Γνωρίζει περισσότερα απ’ όσα μπορείς να φανταστείς. Να πετάς, να αφήνεις και να αφήνεσαι. Να δημιουργείς Χώρο. Να μην ξοδεύεσαι. Να μη φοβάσαι. Να γίνεις η καλύτερη εκδοχή σου.
–Κι ύστερα;
– Ύστερα, θα διάβαζα Καρούζο:
«Να μην ειρηνεύεις ανώφελα. Να μην πολεμάς επίσης ανώφελα. Να αγαπάς τον ήλιο, μα όχι σαν θεότητα. Να αποστρέφεσαι τη σελήνη σαν έδαφος. Να πηγαίνεις καμιά φορά στην εκκλησία, δε χάνεις και τίποτα. Να θυμάσαι λιγάκι τον θάνατο, μα όχι σαν θάνατο. Να βλέπεις τη ματαιότητα και της ιδέας της ματαιότητας. Να λες Έλληνας και να αισθάνεσαι άλλην ομορφιά, να μη νιώθεις ελληνικότητα. Να στοχάζεσαι πέρα από τους στοχασμούς σου. Να μην ξεχνάς την ύπαρξη του Ανύπαρχτου. Να τα διαβάζεις κάθε μέρα τούτα».

Προτάσεις

0
Shares

Σας αρέσει το site μας?

Ακολουθήστε μας στα social και δεν θα το μετανιώσετε...

0
Shares