
Επιστροφή στο Σπίτι
Αντί Επάθλου 142
Το πορτοκαλί συμβολίζει τον ήλιο. Την αρχή και το τέλος στον αέναο κύκλο της ζωής. Το χρώμα της δύσης, μα και της ανατολής που αύριο θα ξημερώσει την καινούρια μέρα. Το ίδιο ακριβώς σηματοδοτεί και ο Σεπτέμβρης. Την ολοκλήρωση ενός κύκλου, μετά την πυρά του Αυγούστου που έλιωσε μέσα μας ό,τι ήταν να καεί, ώστε να γεννηθεί και πάλι, ξεκούραστο κι ακμαίο. Για πολλούς, το φθινόπωρο σηματοδοτεί την αρχή της νέας χρονιάς, τα καινούρια ξεκινήματα – να το πάλι το πορτοκαλί, στα φύλλα που όπου να ‘ναι θ’ αρχίσουν να πέφτουν, συμβολίζοντας κι αυτά την αναγέννηση της φύσης στο καινούριο ταξίδι προς το άγνωστο – την περισυλλογή των σπόρων, την επιστροφή στο σπίτι… Τι είναι όμως το σπίτι; Σπίτι είναι αυτό που όπου και να πάμε, όσο μακριά κι αν ταξιδέψουμε, κουβαλάμε διαρκώς μέσα και έξω μας, στις πλάτες, γύρω μας και παντού. Μετακινούμαστε παρέα με το σπίτι μας κι υπ’ αυτήν την έννοια δεν απέχουμε πολύ από τις χελώνες ή τα σαλιγκάρια – το σπίτι μας, είμαστε εμείς.
«Εσείς χτίσατε αυτό το σπίτι;» ρώτησε κάποτε ο αρχιτέκτονας Κονδύλης, τον χωρικό Αλέξανδρο Ροδάκη, επισκεπτόμενος το σπίτι του στην Αίγινα. «Και βέβαια», αποκρίθηκε αυτός, «εδώ όλοι χτίζουν μόνοι τα σπίτια τους». «Μου είπαν, ωστόσο, ότι το σπίτι σας είναι αλλιώτικο από τα άλλα». «Φυσικά», αποκρίθηκε αυτός απορημένος, «αφού ο καθένας από μας είναι αλλιώτικος…» Το φίδι, το γουρούνι, το ρολόι κι ο αετός, τα τέσσερα γλυπτά στην πρόσοψη, συμβόλιζαν, λέει, τη γνώση, την τύχη, τον χρόνο και τη δύναμη – κι αν καταρρεύσουν αυτά θα καταρρεύσει και το σπίτι, έχει πει ο ίδιος ο Ροδάκης. Το σπίτι του, ήταν το μυστικό του σύμπαν, η ζωή του, όπως εύστοχα γράφει ο Κονδύλης, είχε δώσει σε αυτό όλη του την ψυχή, όλη του την καρδιά και όλη του τη φαντασία. Κι είχε προσθέσει, χωρίς να το ξέρει, εκείνο που χρειάζεται σε μια απλή κατασκευή, για να γίνει αρχιτεκτονική: αγάπη κι ευαισθησία… Πιο χαμηλά, υπήρχε ο δρόμος με τον οποίο ενωνόταν ένα μικρό μονοπάτι, που είχε ανοίξει ο Ροδάκης με το φτυάρι και τον κασμά. Το μονοπάτι αυτό έστριβε, κατά περίεργο φιδωτό τρόπο, και κλωθογύρζε τεμπέλικα γύρω από το σπίτι, πριν καταλήξει στην είσοδο, αναφέρει πάλι ο Κονδύλης. Ρώτησε, λοιπόν, τον Ροδάκη: «Γιατί φτιάξατε έναν τόσο μακρύ δρόμο; Κάθε φορά που φεύγετε ή που γυρίζετε κουρασμένος από τη δουλειά σας, κάνετε τόσο περιττό δρόμο. Δεν είναι παράξενο; Εκείνος τον κοίταξε ειρωνικά και του είπε: Βλέπω πως είσαι νέος, δεν έχεις πείρα από τη ζωή. Και, τονίζοντας τα λόγια του: Μάθε, πως όταν αγαπάς μια γυναίκα την τριγυρίζεις, την αγκαλιάζει, τη φιλάς. Ε, λοιπόν, εγώ αγαπώ το σπίτι μου σαν να ήταν γυναίκα. Και κάθε φορά που γυρίζω σ’ αυτό γυροφέρνοντάς το, το αγκαλιάζω αντί να μπαίνω στα ίσια, απότομα και χωρίς αίσθημα, καθώς νομίζεις πως πρέπει να γίνεται…»*
Αυτό, λοιπόν, το λαϊκό αγροτόσπιτο του 1897 στον Μεσαγρό της Αίγινας, έμελλε να απασχολήσει κάθε μορφή της μετέπειτα μοντέρνας διανόησης. Μα πέρασαν τα χρόνια κι ήρθε ο καιρός, που στον βωμό του κέρδους, της ευκολίας και της ταχύτητας, τελικά κάπου ξεχαστήκαμε. Τοποθετήσαμε τα σπίτια, τη φύση, την τέχνη, τους εαυτούς μας τους ίδιους και τη ζωή μας σε δεύτερη μοίρα, απομακρυνόμενοι διαρκώς από την ουσία των πραγμάτων. Φύση, σπίτια και ζωές μετατρέπονται σε ένα απέραντο Airbnb, ξενώνες ευκαιρίας για τους περαστικούς, μεταφορικά και κυριολεκτικά μαζί… Στα σπίτια είναι λοιπόν αφιερωμένο αυτό το τεύχος. Στα παλιά αρχοντόσπιτα της Αίγινας και την αγροικία του Ροδάκη, στο σπίτι του Τζαβέλα που κάπνισε πρώτη φορά στο Σούλι, 218 χρόνια μετά την κατάρα του Αλή Πασά, στα σπίτια που πέρσι τέτοιον καιρό καταστράφηκαν από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, στα σπίτια που με βία άφησαν οι Κυπραίοι πίσω τους μισό αιώνα πριν, στους αργαλειούς μέσα στα σπίτια στο Γεράκι που τιμούν ακόμα τη λαϊκή τέχνη ως κάτι το φυσικό, στα σπίτια του Κάμπου με τις μανταρινιές – να το πάλι το πορτοκαλί· το χρώμα της χαράς που αγαπούν τα παιδιά, πηγή ζεστασιάς, έμπνευσης και δημιουργίας, το χρώμα του ανοίγματος, της αισιοδοξίας και της συμφιλίωσης. Καλή επιστροφή, καλή επάνοδο· καλό φθινόπωρο, με όλα τα καλά!
*Γιώργος Κονδύλης, ΖΩΗ & ΈΡΓΟ, εκδόσεις Ερμής, Αθήνα, 1985.