Οι μύστες της ερήμου
Θαμπώσαν οι ανάσες μας το τζάμι
κι εσύ μ’ ένα δαφνόφυλλο στα χείλη
πώς θα ‘σαι πάντα λες σκιά μου φίλη
και στρίβεις μ’ ένα αντίο στο λιμάνι.
Έξω κυλάει της πόλης το ποτάμι
δε μου ‘πες στα ταξίδια σου τι είδες
αν όπως πήγες γύρισες - δεν πήγες -
στου κόσμου το πολύχρωμο χαρμάνι.
Δώσε μου την αρμύρα σου και πάρε τη βροχή μου
κι άκου τα λόγια που έλεγαν οι μύστες της ερήμου:
φωτιά γυρεύει η φωτιά και η αγάπη πόνο
τον εαυτό σου δε θα βρεις αν δε χαθείς στον κόσμο.
Άλκης Αλκαίος, Οι μύστες της ερήμου.